Το “black box” του “Νέου Κενταύρου”, το αστικό άλσος και οι ανάγκες της πόλης. (του Χάρη Χεϊζάνογλου)
Η συζήτηση γύρω από τον «Νέο Κένταυρο» στο Άλσος Νέας Φιλαδέλφειας έχει ήδη φορτιστεί από δύο αντίρροπες στάσεις: από τη μια, εκείνους που πανηγυρίζουν προκαταβολικά, εμπιστευόμενοι τυφλά μια αδιαφανή διαδικασία, και από την άλλη, εκείνους που την καταγγέλλουν για τους λάθος λόγους, χωρίς να θέτουν το πραγματικό διακύβευμα. Ο Χάρης Χειζάνογλου επιχειρεί να μετατοπίσει την κουβέντα από αυτή την επιφανειακή αντιπαράθεση στην ουσία: όχι στο αν θα υπάρχουν χρήσεις στο άλσος, αλλά στο ποιες θα είναι αυτές και με ποιον τρόπο θα διασφαλίζουν τον κοινωφελή χαρακτήρα του χώρου. Με αυτή τη βασική αντίθεση –ανάμεσα στο «black box» της εξουσίας και στη θεσμικά και κοινωνικά ανοιχτή διαδικασία σχεδιασμού– αναδεικνύει τα κρίσιμα ερωτήματα για το μέγεθος, τη χρήση και τη λειτουργία ενός νέου αναψυκτηρίου που δεν μπορεί να επιβληθεί ως εικόνα ή υπόσχεση, αλλά οφείλει να συνδεθεί με τις πραγματικές ανάγκες της πόλης και των κατοίκων της.
Αναφορικά με το θέμα του “Νέου Κενταύρου” στο άλσος της Νέας Φιλαδέλφειας, επειδή διαβάζω από τη μία κάποιους να δηλώνουν περιχαρείς μπροστά σε μια διαδικασία black box, θεωρώντας δεδομένα θετικό το αποτέλεσμα και χειροκροτώντας προκαταβολικά, και αφετέρου κάποιους άλλους να καταγγέλλουν το black box για τους λάθος λόγους, κάποιες θέσεις και απόψεις:
Κατανοώ απολύτως την ανάγκη να απαντηθεί το οπαδικό ( ; ) σύνθημα “όλο το άλσος γήπεδο”, και σέβομαι τον αγώνα που έγινε και συνεχίζει να γίνεται σε αυτή την κατεύθυνση (και είμαι δεδομένα με αυτή την πλευρά), ωστόσο η πεποίθηση ότι η απάντηση σε αυτό είναι ότι οι χώροι αστικού πρασίνου, όπως είναι το άλσος, δεν πρέπει να έχουν καθόλου χρήσεις είναι μια πεποίθηση η οποία δεν έχει και καμία σχέση με αυτό που θεωρούμε σήμερα στρατηγική για τον σχεδιασμό και την προστασία χώρων που θέλουμε να έχουν κοινή ωφέλεια, όπως είναι το άλσος.
Η μελέτη της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου που έμεινε στα συρτάρια
Το ερώτημα με λίγα λόγια δεν είναι το αν πρέπει να έχουμε χρήσεις, αλλά ποιες θέλουμε να έχουμε και πώς, ώστε να διασφαλίσουμε και να ενισχύσουμε τον κοινωφελή χαρακτήρα ενός χώρου που είναι μέρος του αστικού περιβάλλοντος. Γιατί αυτό είναι το άλσος, δεν είναι μια ζώνη περιαστικού πρασίνου, δεν είναι ένας δρυμός σαν αυτόν της Πάρνηθας, είναι ένα αστικό άλσος που συμμετέχει στην ζωή των κατοίκων και αναβαθμίζει την ποιότητά της όταν αυτοί το χρησιμοποιούν. Το τί σημαίνει “χρησιμοποιούν” είναι δηλαδή που πρέπει να ορίσουμε, και όχι αν θα το χρησιμοποιούν.
Κατανοώ επίσης την ανάγκη μιας δημοτικής αρχής να προχωρήσει σε ένα έργο η υλοποίηση του οποίου επιχειρήθηκε και από τις δύο προηγούμενες διοικήσεις, και για διαφορετικούς λόγους απέτυχε, γεγονός ωστόσο που καταδεικνύει ότι το έργο αυτό αποτελεί κατά κάποιο τρόπο κοινό αίτημα, ή πιο σωστά κοινωνικό αίτημα, ακόμα κι αν αυτό δεν έρχεται ακριβώς για να καλύψει μια “πρώτη” ανάγκη, όσο για να φτιάξει έναν πόλο αναψυχής, αφού πιο πριν διεγείρει για λίγο το φαντασιακό των δημοτών που σε αυτές τις περιπτώσεις λειτουργούν ως καταναλωτές προσδοκιών, ειδικά αν υπάρχουν και ωραίες εικόνες.
Η μελέτη της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου που έμεινε στα συρτάρια
Σε κάθε περίπτωση, όσοι κάνουμε αυτή τη δουλειά ξέρουμε καλά ότι η κουβέντα δεν μπορεί να γίνεται στη βάση προθέσεων και ανακοινώσεων για χρηματοδοτήσεις, παρά μόνο στη βάση σχεδίων. Μιλώντας λοιπόν σε αυτή τη βάση, των σχεδίων, να κάνω μια αναδρομή:
Επί διοικήσεως Δύναμης Πολιτών και Άρη Βασιλόπουλου, κάποιοι άξιοι συνάδελφοι της τεχνικής υπηρεσίας του Δήμου εκπόνησαν ένα σχέδιο για τον Νέο Κένταυρο το οποίο υπάρχει δημοσιευμένο στο Youtube, και το οποίο (επειδή είχα τη χαρά όχι μόνο να το έχω δει αλλά και να το “εικονογραφήσω” εγώ) εκτιμώ ότι ήταν ένα πολύ καλό σχέδιο, ήπιο και φιλικό προς το άλσος, μικρού μεγέθους, χωρίς υπόγεια και πατάρια, και με αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον.
Κάτι ακόμα πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι η υλοποίηση αυτού το σχεδίου κόλλησε στο Δασαρχείο, ή πιο σωστά στον αρμόδιο Δασάρχη για λόγους που δεν έγιναν σαφείς (και δεν χρειάζεται να εξηγήσω γιατί δημόσια). Επειδή είναι σημαντικό, να το ξαναπώ και να το επισημάνω, αυτή ήταν μια μελέτη της τεχνικής υπηρεσίας του Δήμου!
Η μελέτη της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου που έμεινε στα συρτάρια
Ακολούθησε η διοίκηση του ηθοποιού και περαστικού από την πόλη μας Γιάννη Βούρου (που τότε και μέχρι προχθές ήταν ακόμα ΠΑΣΟΚ), η οποία διαδέχθηκε την διοίκηση Βασιλόπουλου, και η οποία εκτός ότι ήταν η πιο άχρηστη και τοξική διοίκηση στην ιστορία του Δήμου (ενδεχομένως και η πιο διεφθαρμένη), ενώ προεκλογικά έλεγε ότι θέλει να ξαναφτιάξει τον Κένταυρο, αποφάσισε ότι δεν της έκανε αυτό το σχέδιο και ήθελε κάτι άλλο. Μάλιστα, είχα πετύχει ανθρώπους της διοίκησης να γράφουν δημόσια στο facebook ότι “αυτά τα έργα είναι μακέτες”, θεωρώντας βλακωδώς ότι έτσι εξέθεταν τους προηγούμενους, λες και η υλοποίηση αυτών των έργων δεν ήταν κάτι που θα μπορούσαν να επιδιώξουν ως διάδοχη διοίκηση, λες και ο Δήμος δεν έχει συνέχεια, λες και τα σχέδια δεν είχαν εκπονηθεί από την τεχνική υπηρεσία του Δήμου, από τους εργαζόμενους που συνέχιζαν να εργάζονται στον Δήμο, αλλά από τον ίδιο τον Βασιλόπουλο.
Έτσι λοιπόν, η διοίκηση Βούρου έφερε ένα άλλο σχέδιο για τον “Νέο Κένταυρο”, το οποίο είχε εκπονηθεί από το γραφείο κάποιου ιδιώτη και είχε δοθεί πιθανόν ως δωρεά, και δεν θα πώ κάτι άλλο δημόσια (γιατί δεν έχει δημοσιοποιηθεί αυτή η μελέτη), πέρα από το ότι αυτό που είδα εγώ, εκτός από αρχιτεκτονικά άθλιο ήταν και διώροφο (και αν θυμάμαι καλά είχε και υπόγειο). Ουσιαστικά, ενώ η διοίκηση Βασιλόπουλου δεν μπόρεσε να υλοποιήσει το έργο με ένα πολύ πιο ήπιο σχέδιο επειδή κόλλησε στο Δασαρχείο, η διοίκηση Βούρου πίστεψε ότι αν το κάνει διώροφο θα το αδειοδοτήσει. Είναι φυσικά ένα ερώτημα γιατί το πίστεψε αυτό, αν είχε κάποιο ειδικό λόγο να θεωρεί ότι ο Δασάρχης θα είναι πιο “φιλικός” ή αν τελικά δεν είχε ιδέα τί πήγαινε να κάνει. Και στις δύο περιπτώσεις η ουσία είναι ότι η διοίκηση Βούρου ήταν τόσο άσχετη με ό,τι καταπιάστηκε, και οι άνθρωποί της τόσο ανεπαρκείς, που τελικά δεν έκανε τίποτα (και ευτυχώς!).
Και ερχόμαστε στο σήμερα, που η διοίκηση Τομπούλογλου έρχεται να ξαναμιλήσει για τον Κένταυρο, ανακοινώνοντας αυτό που μέχρι στιγμής είναι μια χρηματοδότηση για το έργο, χωρίς να λέει με βάση ποιο σχέδιο, ποια μελέτη, χρηματοδοτείται και θα υλοποιηθεί το έργο, χωρίς να λέει αν θα χρησιμοποιηθεί κάποιο από τα παλιά σχέδια ή αν υπάρχει κάποιο νέο σχέδιο-μελέτη, και χωρίς να ξέρουμε ποιος είναι ο μελετητής.
Η μόνη πληροφορία που έχει φτάσει σε εμένα ως δημότη σε σχέση με το σχέδιο είναι από την ανακοίνωση της Λαϊκής Συσπείρωσης, και αυτό είναι εξαιρετικά προβληματικό, όχι μόνο γιατί αυτά που λέει η εν λόγω ανακοίνωση δεν ακούγονται πολύ καλά, αλλά γιατί η ποιότητα ενός έργου εξαρτάται από την ποιότητα της μελέτης και το σχέδιο υλοποίησης και λιγότερο ή και καθόλου από το αν έλαβε χρηματοδότηση ή αν ανακοινώνεται ότι θα υλοποιηθεί με τις “καλύτερες” προθέσεις κάποιων (των όποιων) πολιτικών παραγόντων. Οι μελέτες είναι μελέτες, και οι προθέσεις κρίνονται όταν αυτές παρουσιαστούν, και δεν έχουν παρουσιαστεί.
Επιπλέον των παραπάνω, και βασικά πριν από όλα αυτά, το σημαντικότερο για εμένα είναι ότι εδώ υπάρχουν κάποια ζητήματα αρχής τα οποία αφορούν τον σχεδιασμό, και ανεξαρτήτως του νομικού πλαισίου το οποίο είναι θόλο και διάτρητο και κανείς το προσπερνά εύκολα (το είδαμε πάρα πολλές φορές στον Δήμο Αθηναίων με την Διοίκηση Μπακογιάννη), αποτελούν την ηθική βάση, αν και όχι μόνο αυτή, με την οποία οι Δήμοι πρέπει να λειτουργούν για κάθε έργο το οποίο θέλουν μετά να παρουσιάζουν ως δημόσιο, σημαντικό, αναγκαίο, κοινωφελές κλπ κλπ.
Για να το πώ πάρα πολύ απλά, αν το έργο δεν υλοποιηθεί με βάση τη μελέτη της τεχνικής υπηρεσίας, και με δεδομένο ότι το αναψυκτήριο έχει μια ιστορική αναφορά στην πόλη, αποτελεί δημόσια αρχιτεκτονική, σε σημείο ειδικής σημασίας που αποτελεί ένα σύγχρονο τοπόσημο κλπ κλπ τότε ο Δήμος, τουλάχιστον ηθικά (γιατί νομικά μπορεί πιθανότατα να την παρακάμψει), έχει την υποχρέωση διενέργειας ανοιχτού αρχιτεκτονικού διαγωνισμού, και θα έλεγα και δημόσιας διαβούλευσης, όχι μόνο για να έχει την ευκαιρία να διαλέξει την καλύτερη μελέτη, ούτε μόνο για κοινωνήσει το έργο και να το συνδέσει με τους δημότες οι οποίοι γενικά δεν ερωτώνται για τίποτα, αλλά και για να εντοπίσει πιθανές ανάγκες που θα πρέπει να καλύψει ή πιθανά προβλήματα που μπορεί να προκύψουν και δεν τα έχει προβλέψει.
Ένα παράδειγμα μόνο, για το τί θα πρέπει να απαντηθεί πέρα και έξω από την μελέτη του κτίσματος καθαυτού, είναι τί είδους επιβάρυνση θα επιφέρει στην ήδη κορεσμένη από αυτοκίνητα περιοχή, στην οποία η στάθμευση ακόμα και τις καθημερινές είναι μια μικρή περιπέτεια. Αντέχει ας πούμε η γειτονιά και οι περίοικοι ένα “αναψυκτήριο” στο οποίο μετά από κάθε βάπτιση και γάμο θα γίνονται δεξιώσεις; Δεν ξέρω αν θα γίνονται, ούτε λέω ότι η πρόθεση είναι να υπάρχει αυτή η χρήση. Απλά λέω, τί θα γίνει “αν”;
Συνεπώς, το είδος, το μέγεθος, η χωρητικότητα του κτίσματος και την χρήσης του είναι μια συζήτηση μεγαλύτερη από το αν βρήκαμε τα λεφτά ή αν έχουμε καλές προθέσεις. Είναι μεγαλύτερη και βαθύτερη από την αποκλειστικά “αισθητική” συζήτηση για το αν θέλουμε κάτι γυαλιστερό και μεγάλο με πολύ θόρυβο και πολύ κόσμο ή κάτι ήπιο και μικρό για λίγους και καλούς.
Η συζήτηση είναι στη βάση του τί ορίζουμε ως κοινωφελές, τί μπορούμε να έχουμε χωρίς να λειτουργεί βλαπτικά ή επιβαρυντικά για την πόλη και τη γειτονιά, πώς θα το έχουμε και πώς θα λειτουργεί διασφαλίζοντας τον κοινωφελή του χαρακτήρα, και τελικά πώς αποφασίζουμε για το τί θεωρούμε δέον.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies.Εντάξει