Τα τελευταία κύματα αφίξεων σε νησιά του Αιγαίου, όπως η Γαύδος και η Κρήτη, φέρνουν ξανά στο προσκήνιο τις προκλήσεις της μεταναστευτικής πολιτικής στην Ελλάδα, καθώς η κυβέρνηση επιχειρεί να διαχειριστεί την πίεση στα θαλάσσια σύνορα της χώρας. Στο επίκεντρο των αντιδράσεων βρίσκεται η προτεινόμενη τροπολογία (ψηφίζεται σήμερα) που προβλέπει την αναστολή της υποβολής αιτήσεων ασύλου για αφίξεις από τη Βόρεια Αφρική, ένα μέτρο που συνιστά σοβαρή παρέκκλιση από το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες έχει εκφράσει έντονη ανησυχία, επισημαίνοντας πως το δικαίωμα στο άσυλο είναι θεμελιώδες και δεν μπορεί να αναστέλλεται αυθαίρετα. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία εντάσσεται σε μια γενικότερη στροφή της κυβέρνησης Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας προς μια πιο σκληρή, δεξιά γραμμή στο μεταναστευτικό, η οποία επενδύει στον περιορισμό της πρόσβασης στο άσυλο και στη λογική της αποτροπής.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του ελληνικού και διεθνούς Τύπου (Καθημερινή, Εφημερίδα των Συντακτών, Guardian), η στάση αυτή ενδέχεται να δημιουργήσει νομικά και ηθικά ερωτήματα για πιθανή παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης και υπονόμευση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το ευρωπαϊκό πλαίσιο προστασίας των προσφύγων. Με την Ευρώπη φαίνεται να τηρεί στάση αναμονής, στηρίζοντας όμως στην ουσία τις επιλογές της Ελληνικής κυβέρνησης με δηλώσεις παραγόντων και τις τοπικές κοινωνίες να βιώνουν άμεσες συνέπειες, η ανάγκη για μια δίκαιη, ανθρώπινη και αλληλέγγυα διαχείριση των αφίξεων σύμφωνα με τις διεθνείς συνθήκες καθίσταται πιο επιτακτική από ποτέ.
«Προτρέπω τα μέλη του Ελληνικού Κοινοβουλίου να απορρίψουν την τροπολογία που προβλέπει την αναστολή της καταγραφής αιτήσεων ασύλου από άτομα που φθάνουν διά θαλάσσης από τη Βόρεια Αφρική, καθώς και τον εξαναγκαστικό επαναπατρισμό τους, χωρίς καταγραφή, στη χώρα καταγωγής ή προέλευσης τους», δήλωσε την Πέμπτη ο Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης Μάικλ Ο’ Φλάχερτι, σχολιάζοντας τη νομοθετική ρύθμιση που υποβλήθηκε το βράδυ της Τετάρτης από την ελληνική κυβέρνηση για την αναστολή εξέτασης αιτήσεων ασύλου αρχικά για 3 μήνες, για όσους φτάνουν από βόρεια Αφρική με πλωτά μέσα.
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες αναγνωρίζει την πίεση που δημιουργούν οι πρόσφατες αφίξεις στη Γαύδο και την Κρήτη. Τα κράτη έχουν το δικαίωμα να διαχειρίζονται τα σύνορά τους και να αντιμετωπίζουν την παράτυπη μετανάστευση. Ωστόσο, ο έλεγχος των συνόρων ενός κράτους πρέπει να συνάδει με το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο. Η Ελλάδα έχει μακρά παράδοση στην παροχή προστασίας σε ανθρώπους που διαφεύγουν από τον πόλεμο και τους διωγμούς. Αυτή η παράδοση πρέπει να συνεχιστεί.
Η Ύπατη Αρμοστεία εκφράζει σοβαρή ανησυχία για τη νομοθετική τροπολογία που κατατέθηκε για ψηφοφορία στη Βουλή, με την οποία προβλέπεται η αναστολή για τρεις μήνες της υποβολής αιτήσεων χορήγησης ασύλου για όσους φτάνουν στη χώρα με πλωτά μέσα από τη Βόρεια Αφρική καθώς και η επιστροφή τους χωρίς καταγραφή των αιτημάτων ασύλου τους. Το δικαίωμα αναζήτησης ασύλου είναι ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνεται στο διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό δίκαιο και ισχύει για κάθε άτομο, ανεξάρτητα από το πώς ή από το πού έφτασε σε μια χώρα. Ακόμη και σε περιόδους μεταναστευτικής πίεσης, τα κράτη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι άνθρωποι που αναζητούν άσυλο έχουν πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου. Το να επιστρέφονται άνθρωποι σε μέρη όπου μπορεί να αντιμετωπίζουν απειλές για τη ζωή ή την ελευθερία τους θα παραβίαζε την αρχή της μη επαναπροώθησης (non-refoulement). Τα κράτη δεν μπορούν να παρεκκλίνουν από αυτή τη σημαντική αρχή του διεθνούς δικαίου. Ταυτόχρονα, το διεθνές δίκαιο επιτρέπει την επιστροφή όσων ατόμων απορρίφθηκε η αίτηση ασύλου τους μετά την εξέταση των υποθέσεών τους, κάτι που λειτουργεί ως πυλώνας για την εύρυθμη λειτουργία ενός συστήματος ασύλου.
Πολλοί από τους ανθρώπους που κάνουν το επικίνδυνο ταξίδι από τη Λιβύη προς την Ελλάδα είναι μετανάστες, αλλά άλλοι είναι πρόσφυγες – άνθρωποι που διαφεύγουν από συγκρούσεις, βία και διωγμούς, και ιδίως άτομα από το Σουδάν. Οι αιτούντες άσυλο που εισέρχονται παράτυπα στο έδαφος ενός κράτους δεν θα πρέπει να τιμωρούνται εάν παρουσιάζονται χωρίς καθυστέρηση ενώπιον των αρχών.
Η Ύπατη Αρμοστεία υποστηρίζει διαχρονικά το Ελληνικό Λιμενικό και τις τοπικές αρχές στο έργο τους για την αντιμετώπιση της πίεσης που προκύπτει από τις αφίξεις στα σύνορα της χώρας και παραμένει σε ετοιμότητα προκειμένου να βοηθήσει τις αρχές να διασφαλίσουν βιώσιμες και ανθρώπινες λύσεις απέναντι στις τρέχουσες προκλήσεις. Κάτι τέτοιο περιλαμβάνει τον εξορθολογισμό των διαδικασιών ασύλου με δίκαιο και γρήγορο τρόπο, ώστε να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική ταυτοποίηση των ανθρώπων που είναι πρόσφυγες. Η Ελλάδα, όπως και άλλα κράτη στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, δεν πρέπει να αφεθούν μόνα τους. Η Ύπατη Αρμοστεία θα συνεχίσει να υποστηρίζει την υιοθέτηση αποφασιστικών μέτρων αλληλεγγύης και επιμερισμού της ευθύνης εντός της ΕΕ για τη στήριξη χωρών πρώτης γραμμής, όπως η Ελλάδα.