Μαίρη Μαργαριτοπούλου: O tempora o mores (50 χρόνια μετά)

115

Βαδίζοντας προς τα 50 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, αξίζει μια αναδρομή στην παρέμβαση της στρατιωτικής δικτατορίας στην ενημέρωση και τα ΜΜΕ κατά την περίοδο της χούντας και την επιβολή μιας νέας τάξης πραγμάτων.

Ήδη από την αρχή της δεκαετίας του 1960 είχε διαμορφωθεί στην ελληνική κοινωνία ένα νέο status. Η οικονομία και τα κοσμικά γεγονότα πρωτοστατούσαν  ενώ η πολιτική υποχωρούσε από το κοινωνικό ενδιαφέρον.

Η αύξηση της ημερήσιας κυκλοφορίας των εφημερίδων ( 14 εφημερίδες με 790.000 αναγνώστες) και των περιοδικών  στην Αθήνα και την επαρχία που είχαν κυρίως κοινωνικό,οικονομικό και καλλιτεχνικό περιεχόμενο, εξαλείφει σταδιακά το πολιτικό επίδικο ενώ παράλληλα εισάγει και εξομοιώνει τον αστικό τρόπο ζωής στην επαρχία.

Καταγράφεται ραγδαία αύξηση των εισιτηρίων για τον κινηματογράφο και η πώληση των ραδιοφώνων και των ηλεκτρικών συσκευών διογκώνεται. Καταλυτική για την νέα κατάσταση ήταν και η ανάδυση της τηλεόρασης η οποία μέσω της διαφήμισης έθετε τις βάσεις για την διαμόρφωση της μαζικής κατανάλωσης. 

Ωστόσο, το 1967 που η χώρα μπαίνει στον γύψο, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για την κυκλοφορία των εφημερίδων και η λογοκρισία παγώνει κάθε μορφή ελεύθερης έκφρασης στην τέχνη, όπως στον κινηματογράφο που απευθυνόταν μαζικά σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Αντίθετα, οι κινηματογραφικές αίθουσες « φιλοξενούσαν υποχρεωτικά» τα  δεκάλεπτα «Επίκαιρα» με το κάθε μυστρί της ανεξέλεγκτης δόμησης υπό τον μανδύα της ανάπτυξης και της νέας δημιουργικής Ελλάδας.  Επρόκειτο για τη σκηνοθεσία του καθεστώτος στον ευατό του. 

Οι τηλεοπτικοί δέκτες αυξάνουν θεαματικά τις πωλήσεις τους και αποτελούν το αποδοτικότερο εργαλείο της επταετίας. Η τηλεόραση αναδεικνύει το ρόλο της ως μέσο διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, προπαγάνδας και πολιτικής ψευδολογίας. Η αδυναμία του κόσμου να ενημερωθεί για την πολιτική κατάσταση μεταστρέφει το ενδιαφέρον του στα περιοδικά, τις σκανδαλώδεις ειδήσεις και τις αισθηματικές περιπέτειες. Η τηλεόραση διεισδύει παράλληλα στην επαρχία και εισάγει το κιτς πολιτισμικό πρότυπο της πρωτεύουσας με παρουσιάσεις από τα φιλανθρωπικά τέϊα συνδυασμένα με επιδείξεις μόδας και κομμωτικής, τις πλαζ και τις διακοπές των Ελλήνων.

Οι ανταποκρίσεις από τα στρατόπεδα με τα Πάσχα και τα αυγά, από τις δοξολογίες και τις επετείους πάταξης του κομμουνιστοσυμμοριτών, ήταν η νέα κατάσταση στην ενημέρωση. Η τηλεόραση όμως, κατά την περίοδο της χούντας, συμβάλλει καταλυτικά στην μετατροπή του εξωστρεφούς τρόπου ζωής των Ελλήνων και τον οδηγεί  στο ασφαλές εσώκλειστο οικογενειακό περιβάλλον του «Πατρίς θρησκεία οικογένεια» με τη στάμπα του «Ελλάς Ελλήνων χριστιανών». 

Μεθοδευμένη και βολική  ήταν για την δικτατορία και η αύξηση του ενδιαφέροντος για το ποδόσφαιρο και της κυκλοφορίας των αθλητικών εφημερίδων, που το 1968 έφτασε στα 22 εκ. φύλλα.!!

Ο κόσμος χάζευε και οι στρατοκράτες πετύχαιναν ό,τι ακριβώς σκόπευαν. Έναν υπνωτισμένο, φοβισμένο λαό χωρίς αντανακλαστικά και  ερεθίσματα. Έναν λαό υποταγμένο στην πολιτική πορνεία που έδινε ρόλο σε κουμπάρους και τυχοδιώκτες μέσα στο «περιβάλλον» που είχε διαμορφώσει η «ελληνοχριστιανική μπανανία». 

Πενήντα χρόνια μετά, (πως τα ´χαμε,πως τα καταφέραμε!!), παρουσιάζουμε σαν λαός τα ίδια αντανακλαστικά, τα ίδια εργαλεία, τα ίδια συμπτώματα. Με την ψευδαίσθηση της ελεύθερης γνώμης και την αναβάθμιση της επενδυτικής μας βαθμίδας, παρακολουθούμε σε κρατική σκηνοθεσία την μίζερη εθνική μας μυθοπλασία.  O tempora o mores.

Μαίρη Μαργαριτοπούλου