Υπήρξε μια εποχή που ο διαμοιρασμός ήχου, εικόνας και πληροφορίας ήταν σφιχτά εναγκαλισμένος με την εξουσία και τους ιδιοκτήτες τους. Την εποχή εκείνη οι κάθε λογής «αποκλεισμένοι» κατέγραφαν συχνά στα θετικά κάθε ευκαιρία ορατότητας της διαφοράς τους από το ευρύ κοινό ακόμα και αν δεν ανταποκρίνονταν ακριβώς στον αυτοπροσδιορισμό και την αυτοεικόνα τους. Σε αυτή τη χαραμάδα ορατότητας βέβαια οπτικοποιήθηκαν νόρμες εξωτικοποίησης του «Άλλου» ως καρικατούρας ή εκκεντρικής περσόνας. Οι κοινότητες βεβαίως αντιδρούσαν, αλλά ποιος τις άκουγε; Αυτή η εποχή σχεδόν παρήλθε και σήμερα ακόμα και οι mainstream εκπομπές ή παραγωγές είναι συνήθως πιο προσεκτικές -εάν θέλουν- στην αναπαράσταση της ετερότητας.
Αυτό το αίσθημα επανήλθε σήμερα από το θέμα της Νεοελληνικής Γλώσσας στις Πανελλήνιες που (υποτίθεται) πως ασχολείται με την έμφυλη ανισότητα. Σήμερα οι μαθητές είχαν να αντιμετωπίσουν: απόσπασμα από ένα δοκίμιο του Σταύρου Τσακυράκη, ένα απόσπασμα από το διήγημα του Χρήστου Οικονόμου Οι κόρες του Ηφαιστείου και ένα απόσπασμα συνέντευξης της Μπελίντα Κανόν στο Βήμα και την Μαρίλια Παπαθανασίου. Πολλοί χαιρέτισαν τα θέματα επειδή καταπιάνονται με αυτό το τόσο επίκαιρο ζήτημα και σκέφτομαι ότι έχουν τόσο σχέση με την έμφυλη ανισότητα όσο η αξιαγάπητη καρικατούρα του Γιάννη (Μπέζου) στους Απαράδεκτους με τη ΛΟΑΤΚΙ ορατότητα ή οι εμφανίσεις της Τζένης Χειλουδάκη με τις ζωές των τρανς γυναικών.
Τα σημερινά θέματα είναι ιδεολογικά στρατευμένα και ζητούν από τους μαθητές στρατευμένες απαντήσεις. Ζητούν από τα παιδιά να μιλήσουν για την ισότητα στη βάση μιας γενικής καταδίκης της βίας, ενός συντηρητικού φεμινισμού που ανήκει στον 19ο αιώνα και ενός λογοτεχνικού αποσπάσματος που στοχάζεται πάνω στην ταυτότητα του «αληθινού άντρα» που χρέος έχει να «προστατεύει» (οικονομικά) τη γυναίκα (που εννοείται έχει αφήσει στο σπίτι) και δεν τον αφήνει η ανεργία.
Βεβαίως η κατάληξη σε αυτό το σημείο είναι λογική. Στο σχολείο τα πιο ενδιαφέροντα θέματα που άπτονται κρίσιμων κοινωνικών ζητημάτων συζητιούνται προνομιακά στα πλαίσια των θεματικών ενοτήτων της Νεοελληνικής Γλώσσας σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου και του Λυκείου ύπο την ερμηνευτική μονοκρατορία των φιλολόγων. Για τα θέματα αυτά έχει παραχθεί τεράστιος όγκος υποστηρικτικού υλικού υπό τη σκοπιά της ανάπτυξης των εννοιών, που από μόνος του θα αποτελούσε πεδίο έρευνας των κοινωνικών επιστημών για το ιεραρχικό, ταξινομικό, ανιστορικό και εν τέλει απλουστευτικό ύφος του.
Η κατάληξη σε αυτό το σημείο είναι λογική επίσης, διότι μιλάμε για ένα σχολείο που ξόρκισε ως το απόλυτο κακό την θεματική εβδομάδα για την έμφυλη ταυτότητα (την κατακεραυνώνει άλλωστε και η κυρία Κανόν στο κείμενο της) και την αντικατέστησε με τα εργαστήρια δεξιοτήτων όπου εντάχθηκε και η ισότητα των φύλων. Το ίδιο σχολείο που στα απαρχαιωμένα του εγχειρίδια και το αναλυτικό του πρόγραμμα δε τόλμησε να βάλει μια ενότητα κοινωνικής ιστορίας για το φύλο. Το ίδιο σχολείο που διατηρεί σε όλες τις τάξεις της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δογματική διδασκαλία για θέματα βιοηθικής, έμφυλων σχέσεων και σεξουαλικότητας. Το ίδιο σχολείο στο οποίο οι εκπαιδευτικοί διώκονται γιατί πρόβαλαν πολυβραβευμένη ταινία μικρού μήκους στην τάξη τους.
Ας μη γελιόμαστε όμως. Αυτή η λογική κατάληξη αποτελεί συνειδητή επιλογή που προϋποθέτει γνώση. Οι συντηρητικοί κύκλοι αποδεικνύονται αρκετά διαβασμένοι για να στοχοποιούν συγκεκριμένα προτάγματα των κοινωνικών κινημάτων και των σπουδών που επηρεάστηκαν από αυτά. Ο μετά το τρίτο κύμα φεμινισμός, η συμπεριληπτική και πλουραλιστική ταυτότητα φύλου έναντι της ισότητας των (βιολογικών) φύλων, η συζήτηση για την επισφαλή θέση των υποκειμένων έναντι του ιδεολογήματος της πολιτειακής ισότητας, αποτελούν ταμπού για συζήτηση γιατί αποκαλύπτουν τις συγκεκριμένες στρατηγικές των κέντρων εξουσίας. Δυστυχώς οι κρατούντες και -εικάζω- ιδεολογικά συμφωνούντες εξεταστές επέλεξαν αυτή τους την πολιτική ατζέντα να την μετατρέψουν σε θέματα εξετάσεων. Εκεί που οι φιλόλογοι θα αξιολογήσουν (με ελάχιστα αναλυτικά εφόδια κατά τη γνώμη μου) τους μαθητές και τις μαθήτριες (και) για τις απόψεις τους.
Σήμερα ξημέρωσε μια δυσάρεστη μέρα. Δυστυχώς για όλ@ μας οι επείγοντες λόγοι που την καθιστούν δυσάρεστη δεν έχουν την προσβασιμότητα που θα θέλαμε ούτε στην ελληνική έννομη τάξη, ούτε στον δημόσιο λόγο, ούτε στις ασκούμενες πολιτικές. Δε βρισκόμαστε ωστόσο στην εποχή που αρκεί στο σχολείο να ακούγεται η λέξη φεμινισμός.
Στο δεύτερο κείμενο των εξετάσεων μας λέει η Μπελίντα Κανόν: «σήμερα, οι νεοφεμινίστριες προτάσσουν διαρκώς ότι οι γυναίκες είναι μια ομάδα θυμάτων, η οποία διατρέχει μονίμως τον κίνδυνο να υποστεί βία κάθε μορφής, όχι διακρίσεις εις βάρος τους αλλά βία, επειδή είναι γυναίκες». Η βία λόγω του φύλου κατά την Κανόν είναι ιδεολογική κατασκευή των νεοφεμινιστριών που φαντασιώνονται την αυτοθυματοποίηση τους. Οι μαθητές και οι μαθήτριες καλούνται να αναφέρουν φαινόμενα παραβίασης των δικαιωμάτων της γυναίκας στη σύγχρονη εποχή στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο αξιοποιώντας δημιουργικά και τα κείμενα αναφοράς.
Αναμένω με αγωνία να δω πώς θα αξιολογήσουν οι φιλόλογοι τη γενιά που είδε στην οθόνη της τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, που παρακολούθησε το virality της γυναικοκτονίας της Καρολάιν, που άκουσε τις ιστορίες κακοποίησης και βίας της Γαρυφαλλιάς και της Ελένης που τελείωσαν στα βράχια νησιών του Αιγαίου, αξιοποιώντας δημιουργικά την χλεύη ιδεών που δίνουν τόπο, εργαλεία και νόημα για να περιγράψουν τα εγκλήματα που βλέπει με τα ίδια της τα μάτια.
Σήμερα πράγματι ξημέρωσε μια δυσάρεστη μέρα, κύριοι και κυρίες εξεταστές της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας, κι αν δε διαβάσατε ποτέ σας Τζούντιθ Μπάτλερ θα αρκούσε ολίγη Αντιγόνη του Σοφοκλή, δεν εκφεύγουν και από το αξιακό σας σύμπαν οι αρχαίοι ημών. Νομίζω.
* Ο Παντελής Προμπονάς είναι υποψήφιος διδάκτορας Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και μέλος της Επιτροπής Ισότητας Φύλων και Καταπολέμησης των Διακρίσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλία