Τον Οκτώβριο δημοσιεύθηκε η ετήσια Έκθεση της International Energy Association (IEA) – “The World Energy Outlook 2022”. Η Έκθεση αυτή βασίζεται σε αναλύσεις δεδομένων και μελέτες διαφόρων σεναρίων και παρουσιάζει έγκυρα και πολύ σημαντικά συμπεράσματα για την κατάσταση και τις προοπτικές της ενέργειας διεθνώς. Μια βασική διαπίστωση της Έκθεσης είναι ότι στο σημερινό περιβάλλον ενεργειακής κρίσης, οι πολιτικές που εφαρμόζονται στις μεγαλύτερες ενεργειακές αγορές προωθούν με επιταχυνόμενο ρυθμό τις καθαρές μορφές ενέργειας, και μάλιστα, ακόμα και στο πιο συντηρητικό σενάριο της εφαρμογής πολιτικών και μέτρων που έχουν θεσμοθετηθεί έως σήμερα (STEPS – Stated Policies Scenario), οι σχετικές ετήσιες επενδύσεις αναμένεται να ξεπεράσουν τα 2 τρισ. δολάρια ΗΠΑ, παρουσιάζοντας αύξηση 50% σε σχέση με σήμερα. Αυτή η τάση φαίνεται να είναι παγκόσμια, αφού συναντάται στις πρόσφατες πολιτικές για ανάπτυξη των ΑΠΕ στις ΗΠΑ, στους νέους στόχους για καθαρή ενέργεια στην Κίνα, στην επιτάχυνση των ΑΠΕ στην Ευρώπη, στα νέα προγράμματα για καθαρές μορφές ενέργειας στην Ιαπωνία και στην Κορέα και στους στόχους για εκτεταμένη εγκατάσταση ΑΠΕ στα κτίρια στην Ινδία.
Πολύ σημαντικό είναι το τμήμα της Έκθεσης που αναφέρεται στην ενεργειακή ασφάλεια. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μάλιστα ότι η ενεργειακή ασφάλεια δεν ορίζεται μόνο ως η αδιάλειπτη παροχή ενέργειας, αλλά και ως η εξασφάλισή της σε προσιτές τιμές. Αναγνωρίζεται ότι η εκτίναξη των τιμών ενέργειας έχει επιδεινώσει σημαντικά τις προοπτικές της οικονομίας διεθνώς, προκαλώντας δυσκολίες στα νοικοκυριά και τις βιομηχανίες και οδηγώντας πολλές κυβερνήσεις στην αναθεώρηση των πολιτικών προτεραιοτήτων τους. Η Έκθεση καταλήγει στη σύσταση 10 κατευθύνσεων που αφορούν στην ενεργειακή ασφάλεια κατά τη μεταβατική περίοδο, περίοδο, δηλαδή, στην οποία συνυπάρχουν οι πηγές καθαρής ενέργειας και τα ορυκτά καύσιμα, καθώς χρειάζονται και οι δύο μορφές για να εξασφαλιστεί η αξιόπιστη λειτουργία του συστήματος ενέργειας. Οι κατευθύνσεις αυτές αποκτούν ιδιαίτερη σημασία ενόψει του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα, το οποίο αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση στις αρχές του 2023, και το οποίο προβλέπει σημαντική αύξηση των στόχων για ΑΠΕ έως το 2030. Στη συνέχεια του κειμένου, επιλέγονται οι κατευθύνσεις που θεωρούνται οι πιο σχετικές και κρίσιμες με τη σημερινή κατάσταση του Ελληνικού Συστήματος Ενέργειας.
- Η αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ θα πρέπει να συγχρονισθεί με τη μείωση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων
Ακόμα και στο πιο φιλόδοξο σενάριο μηδενικών εκπομπών το 2050 (NZE – Net Zero Emissions) υπολογίζεται ότι δαπανώνται 9 δολάρια ΗΠΑ για καθαρές μορφές ενέργειας και 1 δολάρια ΗΠΑ για ορυκτά καύσιμα. Η πλήρης διακοπή επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα πριν από την αντίστοιχη αύξηση των επενδύσεων σε καθαρές μορφές ενέργειας, μπορεί να αυξήσει τις τιμές της ενέργειας χωρίς απαραίτητα να εξασφαλίσει την ενεργειακή μετάβαση.
- Να δοθεί προτεραιότητα στην ενεργειακή αποδοτικότητα και την εξοικονόμηση ενέργειας
Η ενεργειακή κρίση έδειξε το σημαντικό ρόλο της ενεργειακής αποδοτικότητας και της συμβολής των μέτρων αλλαγής της καταναλωτικής συμπεριφοράς στην επίτευξη της εξισορρόπησης παραγωγής και φορτίου. Αν και τα μέτρα αύξησης της ενεργειακής αποδοτικότητας που έχουν ληφθεί μετά το 2000, έχουν μειώσει την ενεργειακή ένταση, που αποτελεί βασικό δείκτη της ενεργειακής αποδοτικότητας, ο ρυθμός μείωσης έχει επιβραδυνθεί τα τελευταία χρόνια. Το 2020 βελτιώθηκε μόνο κατά 0.5%, και το 2021 κατά 1.9%, γεγονός που οφείλεται στην πτώση της κατανάλωσης λόγω της πανδημίας, την μείωση της υποστήριξης μέτρων ενεργειακής αποδοτικότητας και της στροφής της οικονομίας σε πιο ενεργοβόρες υπηρεσίες, όπως τα νοσοκομεία και ο τουρισμός. Γενικά πάντως, οι ρυθμοί αυτοί υπολείπονται σημαντικά του ετήσιου στόχου 4% του NZE σεναρίου για την περίοδο 2020-2030. Ιδιαίτερη σημασία για την εξοικονόμηση ενέργειας έχουν τα μέτρα εκσυγχρονισμού και ενεργειακής μόνωσης των κτιρίων, δεδομένου ότι τα μισά κτίρια που θα υπάρχουν το 2050 έχουν ήδη κατασκευαστεί.
- Αντιστροφή της ολίσθησης στην ενεργειακή φτώχεια και ώθηση στη συμμετοχή των φτωχότερων κοινοτήτων στη νέα ενεργειακή οικονομία
Ως αποτέλεσμα της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, 75 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έχουν χάσει τη δυνατότητα να πληρώνουν τους λογαριασμούς ενέργειας. Στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, τα φτωχότερα νοικοκυριά καταναλώνουν 9 φορές λιγότερη ενέργεια από τα εύπορα, αν και ξοδεύουν ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματος τους για ενέργεια. Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι για πρώτη φορά σε διάστημα δεκαετιών, ο αριθμός των ανθρώπων που δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρισμό θα αυξηθεί το 2022, φτάνοντας συνολικά τα 774 εκατ., και αναμένεται να μειωθεί σε 660 εκατ. το 2030 (STEPS σενάριο). Η αντιστροφή των συνεχώς επιδεινούμενων τάσεων ενεργειακής φτώχειας είναι απαραίτητη για την ασφαλή και ανθρωποκεντρική ενεργειακή μετάβαση.
- Προσεκτική διαχείριση την απόσυρσης και επαναχρησιμοποίησης των υπαρχουσών ενεργειακών υποδομών
Κάποιες από τις υπάρχουσες υποδομές που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα εξυπηρετούν λειτουργίες που θα παραμείνουν κρίσιμες για ένα χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια της ενεργειακής μετάβασης, ακόμη και αν αυτή επιταχυνθεί. Τέτοιες υποδομές περιλαμβάνουν θερμικούς σταθμούς απαραίτητους για την ασφάλεια λειτουργίας, ακόμη και με μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ ή διυλιστήρια για την τροφοδότηση του στόλου οχημάτων με συμβατικές μηχανές εσωτερικής καύσης. Μη προγραμματισμένη ή πρόωρη απόσυρση αυτών των υποδομών θα έχει αρνητικές συνέπειες για την ενεργειακή ασφάλεια.
- Επενδύσεις στην ευελιξία
Η επέκταση του ηλεκτρισμού σε όλα τα ενεργειακά συστήματα (μεταφορές, θέρμανση, βιομηχανία, κλπ) παίζει κεντρικό ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση, καθώς το ποσοστό της χρήσης του αυξάνει από 20% σήμερα σε 40%-50% το 2050 (σενάριο NZE). Δεδομένου ότι η παραγωγή του ηλεκτρισμού θα βασίζεται σε αυξανόμενο βαθμό στις ΑΠΕ, απαιτείται από το σύστημα να διαθέτει την απαραίτητη ευελιξία, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί εγκαίρως στη μεγάλη μεταβλητότητα της ενέργειας που παράγεται από αυτές τις πηγές, καθώς και στις μεταβολές του φορτίου. Οι ανάγκες αυτές του συστήματος για ευελιξία αναμένεται να τετραπλασιαστούν μέχρι το 2050. Οι πηγές ευελιξίας είναι πηγές με τα κατάλληλα χαρακτηριστικά αυξομείωσης της παραγωγής ή κατανάλωσης ενέργειας και περιλαμβάνουν εκτός κάποιων τύπων θερμικών μονάδων, την αποθήκευση ενέργειας και τη διαχείριση του φορτίου. Σύμφωνα με τα σενάρια, η αποθήκευση και η διαχείριση φορτίου αποκτούν ιδιαίτερη σημασία και αναμένεται να παρέχουν η κάθε μία το ένα τέταρτο των αναγκών σε ευελιξία το 2050.
- Σημασία της ανθεκτικότητας των υποδομών
Η αυξανόμενη συχνότητα και ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων προκαλεί σημαντικούς κινδύνους για την ενεργειακή ασφάλεια. Η ανάλυση σεναρίων των κινδύνων που αντιμετωπίζουν βασικές υποδομές, δείχνουν ότι η πιθανή οικονομική επίπτωση μόνο των πλημμυρών π.χ. μπορεί να φτάσει σε 1.2% της συνολικής αξίας των υποδομών το 2050 και αυτό το ποσοστό μπορεί να τετραπλασιασθεί, αν δεν ληφθούν κατάλληλα μέτρα προστασίας. Οι χώρες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους αυτούς τους κινδύνους στον σχεδιασμό και τη λειτουργία των συστημάτων τους και να διασφαλίζουν ότι έχουν την ικανότητα να τους αντιμετωπίζουν με τις μικρότερες δυνατές επιπτώσεις, ελαχιστοποιώντας την επίδραση κλιματικών καταστροφικών γεγονότων.