Άδεια η πόλη, αλλά εσύ περπατάς δίπλα μου σαν φίλος …

Στην άδεια μας πόλη, όσο κι αν το καυσαέριο αναπαύεται και η ησυχία θριαμβεύει, οι φωνές των πουλιών είναι οι μόνες που συντροφεύουν την ανθρώπινη ύπαρξη όταν η φωνή της σιωπά. Ακόμη και τα παιχνίδια των τετραπόδων με τα συχνά γαυγίσματα σταμάτησαν. Έπεσαν σε ύπνο τεμπέλικο.

106

Στην άδεια μας πόλη, όσο κι αν το καυσαέριο αναπαύεται και η ησυχία θριαμβεύει, οι φωνές των πουλιών είναι οι μόνες που συντροφεύουν την ανθρώπινη ύπαρξη όταν η φωνή της σιωπά. Ακόμη και τα παιχνίδια των τετραπόδων με τα συχνά γαυγίσματα σταμάτησαν. Έπεσαν σε ύπνο τεμπέλικο.

Πιο εύκολες οι προσβάσεις για όσους δεν έχουν την δυνατότητα να κάνουν διακοπές, αλλά η απομόνωση καταντά άβολη. Πίσω από τα κλειστά ερμητικά παράθυρα, νοιώθεις ζωή μόνο όταν ακούς τον ήχο του κλιματιστικού. Τα εξωτερικά φώτα όλα κλειστά.Τα μπαλκόνια άδεια και σκοτεινά. Είναι βλέπεις και το κόστος της ενέργειας. 

Το τηλέφωνο δεν χτυπάει γιατί οι φίλοι σου έφυγαν. Με δυσκολία λόγω οικονομικών συνθηκών, αλλά έφυγαν. Στον πεζόδρομο, λες και έχει μπει απαγορευτικό, τρέχουν τα πρωινά  σαν παράνομοι, ελάχιστοι νεαροί αθλητές. Συγκινητικό αλλά και πιο έντονο το θέαμα των γερόντων που έμειναν πίσω και περπατούν με δυσκολία υποβοηθούμενοι.

Άδειος και ο κινηματογράφος. Πιο κάτω, προς το κέντρο, ακόμη και τα πολυσύχναστα καφέ, αργούν να ανοίξουν και οι θαμώνες το πολύ δυο, δυο.

Γρήγορα ξεχωρίζεις τους ήχους από τα πυροσβεστικά ακόμη και από την Εθνική οδό και στον ήχο των αεροπλάνων, αντί να ονειρευτείς ταξίδια, βλέπεις εναέρια πυροσβεστικά μέσα. Μοναξιά και Οργή.

Οι ήχοι των απορριματοφόρων είναι η πρωινή τακτική σου συντροφιά. Η πόλη καθαρίζει αλλά δεν την χαίρεται η ματιά σου. Λείπεις. Και τότε καταλαβαίνεις πως η ανθρώπινη δραστηριότητα ενέχεται για την καταστροφή του αστικού περιβάλλοντος.

Οι καμπάνες από τις εκκλησιές μας ξυπνούν από τον βαρετό ύπνο τις Κυριακές αλλά η πνευματική οκνηρία και η θρησκευτική εργαλειοποίηση σε πείθει να αλλάζεις πλευρό.

Συχνάζεις στα σούπερ μάρκετ με τα λίγα ευρώ που μετράς καλά πριν μπεις, ελπίζοντας πως θα ανταμώσεις κάποιον γνωστό  αλλά τελικά φλυαρείς με τον ταμία. Μόνη ελπίδα τα ελάχιστα ανοιχτά περίπτερα. 

 Άθελά σου ωτακουστής, απολαμβάνεις ενστικτωδώς φευγαλέους ήχους  από τα μηχανάκια με την εθνικά πασίγνωστη φράση «Ρε Μαλάκα»..Έστω αυτό.. 

Μοναδική εξαίρεση συνύπαρξης και επισκεψιμότητας σε συνθήκες ερημιάς, το παλιό «casus belli» της πόλης που τώρα ενεργεί σαν φάρμακο ανακωχής και που ακόμη και οι πιο ένοχοι το επισκέπτονται με χυδαία περιέργεια.

Βουβός λοιπόν και κενός ο αστικός χώρος μιας πολυσύχναστης πόλης σε συνθήκες θέρους, επανοηματοδοτεί βροντερά την σημασία της ανθρώπινης παρουσίας, της συνύπαρξης, της φιλίας,της συντροφικότητας. Παραπέμπει στην εμβληματική αυτή φράση του Αλμπέρ Καμύ που έρχεται στο νου μας όταν ο χώρος αδειάζει.

«Μην περπατάς πίσω μου· δεν πρόκειται να ηγηθώ. Μην περπατάς μπροστά μου· δεν πρόκειται να ακολουθήσω. Απλώς περπάτα δίπλα μου, σαν φίλος μου».