Οργή στην Ινδία, ελεύθεροι με αναστολή 11 άνδρες που βίασαν ομαδικά έγκυο

17

Στη δικαιοσύνη προσέφυγε Ινδή μουσουλμάνα, η οποία έπεσε θύμα ομαδικού βιασμού ενώ ήταν έγκυος από 11 άνδρες το 2002, στη διάρκεια διακοινοτικών συγκρούσεων στην Πολιτεία Γκουτζαράτ. Οι καταδικασθέντες σε ισόβια για τον βιασμό αφέθηκαν ελεύθεροι καθώς ανεστάλησαν οι ποινές τους λόγω «καλής διαγωγής» στη φυλακή.

Το θύμα, τα στοιχεία της οποίας δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα για λόγους προσωπικής της ασφάλειας, είχε χάσει τότε στις συγκρούσεις επτά μέλη της οικογένειάς της και την τρίχρονη κόρη της. 

Οι 11 άνδρες αφέθηκαν ελεύθεροι τη Δευτέρα, με αφορμή τους εορτασμούς για τα 75 χρόνια ανεξαρτησίας της Ινδίας και τα βίντεο της υποδοχής τους όταν βγήκαν από τη φυλακή, που τους φορούσαν γιρλάντες με λουλούδια και τους πρόσφεραν γλυκά, που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκαλώντας κύματα αντιδράσεων και οργής.

 

«Η αδικία οπουδήποτε απειλή τη δικαιοσύνη παντού» γράφει το πλακάτ των διαδηλωτριών στο Νέο Δελχί

AP Photo/Altaf Qadri

Το θύμα, περίπου 40 ετών σήμερα, είπε ότι η απόφαση της κυβέρνησης της Πολιτείας Γκουτζαράτ της έχει προκαλέσει μούδιασμα και έχει κλονίσει την πίστη της στη δικαιοσύνη.

«Πώς μπορεί να καταστρέψει έτσι η δικαιοσύνη για μια γυναίκα; Εμπιστεύτηκα τα ανώτατα δικαστήρια στη χώρα μας», ανέφερε σε δήλωσή της, επισημαίνοντας ότι καμία δημόσια αρχή δεν επικοινώνησε μαζί της πριν λάβει την απόφαση. «Παρακαλώ αναιρέστε αυτήν τη καταστροφή. Δώστε μου πίσω το δικαίωμά μου να ζω χωρίς φόβο και ειρηνικά».

Η είδηση πυροδότησε διαδήλωση στο Νέο Δελχί, όπου δεκάδες γυναίκες διαμαρτυρήθηκαν για την αποφυλάκιση των δραστών του ομαδικού βιασμού, ενώ η Μαϊμόνα Μολάχ, από την Ένωση Δημοκρατικών Γυναικών της Ινδίας είπε ότι απαιτούν από το κράτος να ανακαλέσει την απόφασή του. «Το θύμα και οι άλλοι επιζώντες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζουν με ειρήνη και αξιοπρέπεια», είπε.

Σύμφωνα με ανώτερο αξιωματούχο στο Γκουτζαράτ, όπου κυβερνά το κόμμα Bharatiya Janata του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι, η αίτηση αποφυλάκισης έγινε δεκτή επειδή είχαν συμπληρώσει πάνω από 14 χρόνια στη φυλακή και πως οι πολιτειακές αρχές έλαβαν την απόφαση λαμβάνοντας υπ’ όψιν παράγοντες όπως η ηλικία και η συμπεριφορά τους στη φυλακή. Υποστήριξε δε ότι οι 11 ήταν επιλέξιμοι βάσει νόμου μείωσης των ποινών του 1992 που ίσχυε τη στιγμή της καταδίκης τους, παρά το γεγονός ότι νεότερη έκδοση, που υιοθετήθηκε το 2014 από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, απαγορεύει την αποφυλάκιση για όσους έχουν καταδικαστεί για ορισμένα εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένου του βιασμού και της δολοφονίας.

Την εποχή του βιασμού, στη διάρκεια των σοβαρών συγκρούσεων ανάμεσα σε ινδουιστές και μουσουλμάνους, κυβερνήτης στο Γκουτζαράτ ήταν ο νυν πρωθυπουργός της Ινδίας, Μόντι. Τότε οι αρχές είχαν κατηγορηθεί ότι επέτρεψαν ή ακόμη και ενθάρρυναν την αιματοχυσία. Ο Μόντι έχει επανειλημμένα αρνηθεί τις ευθύνες του και παρά την προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, αυτό είπε ότι δεν υπήρχαν στοιχεία εις βάρος του.

Η δικηγόρος Βρίντα Γκρόβερ χαρακτήρισε την απόφαση «παρωδία και σοβαρή δικαστική πλάνη», ενώ ο βουλευτής της αντιπολίτευσης Ραχούλ Γκάντι έβαλε στο στόχαστρο τον πρωθυπουργό Μόντι, μέσω ανάρτησης στο Twitter, με την οποία αναρωτήθηκε τι είδους μήνυμα έστειλε στις γυναίκες στην Ινδία η κυβέρνηση που λέει ότι θέλει να ενδυναμώσει τις γυναίκες. «Ολόκληρη η χώρα βλέπει τη διαφορά μεταξύ των λόγων και των πράξεών σας», έγραψε.

 

ΠΗΓΗΕΦΣΥΝ